Μουσείο Αλή Πασά και επαναστατικής περιόδου
Στη
Νήσο Ιωαννίνων, στο φιλόξενο χώρου της Μονής Αγ. Παντελεήμονος
στεγάζεται από τον Μάιο του 2012 το Μουσείο Αλή Πασά και Επαναστατικής
Περιόδου, που περιλαμβάνει τη σπουδαία συλλογή του Φώτη Ραπακούση. Στο
κυρίως κτήριο εκτίθενται αντικείμενα που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με
τον Αλή Πασά ενώ στο δεύτερο κτήριο ο επισκέπτης μπορεί να δει κειμήλια
της επαναστατικής περιόδου των Ελλήνων για την αποτίναξη του οθωμανικού
ζυγού.
Οι επισκέπτες των αιθουσών του Μουσείου έρχονται σε
άμεση επαφή με εκπληκτικά έργα τέχνης της γιαννιώτικης ασημουργίας, με
κεραμικά του ελλαδικού χώρου, με παραδοσιακές φορεσιές της Ηπείρου, με
πίνακες ζωγραφικής και λιθογραφίες και βέβαια μπορούν να θαυμάσουν μια
αναπαράσταση χειμωνιάτικου οντά σε γιαννιώτικο σπίτι.
Στις
προθήκες είναι τοποθετημένα μοναδικά ιστορικά κειμήλια, όπως το χρυσό
καριοφίλι του Αλή Πασά (1804), το ασημένιο ξιφίδιο του Εθνικού Ευεργέτη
Απόστολου Αρσάκη(1813), η αυθεντική στολή της Κυρά Βασιλικής, το
περίφημο τσιμπούκι του Αλή Πασά και άλλα.
Ολόκληρη η συλλογή περιλαμβάνει 6.000 αντικείμενα και κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες:
1. Όπλα με τα εξαρτήματά τους
2. Κοσμήματα του 18ου και του 19ου αι.
3. Διάφορα
4. Κεραμικά
4.1. Κεραμικά ισλαμικής τέχνης
4.2. Κεραμικά αγγειοπλαστικής τέχνης του ελληνικού χώρου
4.3. Κεραμικά Τσανάκ Καλέ
Για να δείτε το φωτογραφικό υλικό κάντε κλικ ΕΔΩ
Το παρακάτω κείμενο είναι πιστή αντιγραφή από το βιβλίο του Σπύρου Π.Αραβαντινού με τίτλο ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΛΗ ΠΑΣΑ του Τεπενλή. (η ορθογραφία του κειμένου παρέμεινε η ιδία)
Η δολοφονία Του Αλή Πασά . Τήν πρωίαν, περί τήν δείλην τής 24ης Ίανουαρίου οί έν τή νήσω σωματοφύλακες τού Άλή ανήγγειλαν αύτώ, ότι λεμβοι πολλαί, πλήρεις οπλιτών, άπάρασαι τού φρουρίου, έφαίνοντο πλέουσαι πρός τήν νήσον . Ό Αλής επί τώ άπροσδοκήτω άκούσματι κατελήφθη υπό τρόμου, διατάξας δε τούς περί αυτόν νά έτοιμασθώσιν, άνέμενε μετ’ αγωνίας τήν άφιξιν των λέμβων.Μετά προέλευσιν ήμισείας ώρας περίπου πολυάριθμος οπλιτών συνοδεία, ήγουμένου του Κιοσέ Μεχμέτ Πασά, κρατούντος ανοικτόν πρό τού στήθους του τό φιρμάνι, καί τού Καφτάν Άγά τού Στρατάρχου,εισέβαλεν είς την αύλήν της Μονής εκ την πρός ανατολάς θύρας. Ο Αλης, ίστάμενος μετά τών ολίγων σωματοφυλάκων του έπί τού εξώστου,(κρεβάτας) των δωματίων, άμα ίδών τήν συνοδείαν είσερχομένην έπέταξε διά φωνής βροντώδους νά μή προχωρήση μηδείς πρίν ή ίδίοις όφθαλμοίς βεβαιωθεί περί τού περιεχομένου τού Φιρμανίου.Αμέσως δέ ό Μεχμετ προβάς βήματά τινα άνέβη τήν μικράν κλίμακα καί παρακολουθούμενος υπό μόνου τού Καφτάν ’Αγά άπετάθη πρός τον Άλήν καί, έπιδεικνύων αύτω τό φιρμάνιον, τόν συνεβούλευσε νά υποταγή ώς πιστός Μουσουλμάνος είς τό Υψηλόν πρόσταγμα.Δεν έπρόλαβεν όμως νά τελειώση, καί ό Άλής εκένωσε κατ’ αυτού τό πιστόλιόν του, άλλ’ άνευ επιτυχίας. Τότε δε αμέσως καί Μεχμέτ άντεπυροβόλησε και ή σφαίρα έτυχε τόν Άλήν κατά την εριστεράν χείρα• ριφθείς δε συγχρόνως επ’ αύτού τόν περιέσφιξε διά τών βραχιόνων του, φωνάζων προς τόν σύντροφόν του νά τόν κτυπήση. Ό Καφτάν Αγάς τότε ξιφουλκήσας κατήνεγκε βαρύ κατά του Αλή κτύπημα, καί θά εφόνευε βεβαίως αυτόν, εάν τό ξίφος δεν συνήντα τόν ύποβαστάζοντα το του εξώστου πρόστεγον ξύλινον στύλον.Ταύτοχρόνως όμως ό σωματοφύλαξ του Άλή Φεϊμ Τσάμης, πυροβολησας, έρριψε νεκρόν τόν Καφτάν Άγάν, άλλ έπεσε παραχρήμα καί ούτος νεκρός πυροβοληθείς υπό τών έν τη αυλή, οπλιτών του Μεχμέτ Πασά.Καί άντηλλάγησαν μεν τότε έκατέρωθεν πυροβολισμοί τινές καί θόρυβος πολύς καί κραυγαί καί κλαγγή οπλών ηκούοντο, άλλά καθορόντεςς οι περί τους δύο συμπεπλεγμένους έτι αντιπάλους, ότι πυροβολούντες κατά θατέρου τούτων θά έφόνευον καί τον έτερον, ώρμησαν εκατέρωθεν καί διεχώρισαν αυτούς. Καί οί μεν σωματοφύλακες τού Άλή ώθησαν αυτόν εντός τού δωματίου, οί δε τού Μεχμέτ απέσυραν τούτον προς την αυλήν. Τότε δε όχυρωθέντων άμφοτέρων τών μερών, σφοδρόν ήρξατο τό πύρ καί έπεσον όπλίταί τινες του Μεχμέτ έως ού τινες τούτων είσβαλόντες είς τό υπό τά δωμάτιον τού Άλη υπόγειον έπυροβόλουν άσκόπως προς τά άνω.Έν τούτω δε τώ μεταξύ ο Αλής, όστις βασταζόμενος υπό τών σώμα τοφυλάκων του είχεν είσαχθή εις το δωμάτιον, άπετέθη ύπ’ αυτών έπί στρωμνής, φέρων δε κατά τον βραχίονα τραύμα ίκανώς σπουδαίον καί συστρεφόμενος έν αγωνία, ώς όφις πληγωμένος , έκυλίετο επί του δαπέδου. Την στιγμήν εκείνην μία των κάτωθεν ριπτομένων σφαιρών τυχούσα αυτόν διεπέρασε την κοιλίαν του . Έξηντλημένος καί ψυγορραγών έκαλεσε τόν Βάγιαν, τον μετά τινων άλλων σωματοφυλάκων πυροβολούντα έτι έκ των παραθύρων, καί παρήγγειλεν αυτόν διά θνησκούσης φωνής νά «φονεύση την εις τό παρακειμενον δωμάτιον καταφυγούσαν Βασιλικήν». Ούτος όμως ίδών τόν Άλήν έκπνέοντα, ήνοιξε παράθυρον καί διά φωνών καί σημείων εδήλωσεν τοίς έν τή αυλή, ότι παραδίνονται. ’Αμέσως τότε έπαύσαντο οι πυροβολισμοί, καί οί μεν έπιζήσαντες τών σωματοφυλάκων τού Αλή καταθέντες τά όπλα, παρεδόθησαν, ό δέ Μεχμέτ άνελθών «άπέκοψεν την κεφαλήν» τού άσπαίροντος έτι Βεζύρου καί αιμοσταγή έπέδειξεν αυτήν έκ τού έξώστου πρός τούς έν τή αυλή τού μοναστηριού στρατιώτας. Έκ τών αίχμαλωτισθέντων ήσαν ό Θανάσης Βάγιας ο μικρός Μανθάκης, ό Κ. Μπότσαοης καί ή Κυρά Βασιλική, ήτις καθ’ ολην τήν συμπλοκήν εκρύπτετο εντός τού παρακείμενου σπηλαίου όπού έντρομος είχε καταφύγει .Η εν τω κειμένω αφήγησις είναι η ακριβέστερα πασών προερχόμενη κατά το πλεΐστον έξ αύτοπτών μαρτύρων , παρ' αυτών εκείνων, οιτινες ήγωνίσθησαν παρά το πλευρόν αυτού,μεχρι των τελευταίων στιγμών.
Στις 24 Ιανουαρίου του 1822 ο Αλή Τεπελενλής, Πασάς των Ιωαννίνων έπεσε νεκρός στο νησί της λίμνης μας, ύστερα από πολύμηνη και σκληρή μάχη εναντίων των σουλτανικών στρατευμάτων. Αυτό ήταν το τέλος του αναμφισβήτητα πιο σπουδαίου Πασά της πόλης μας, που με τη δράση του άλλαξε την ιστορία της. Ο Κώστας Νικολαΐδης στο βιβλίο του «Τα Γιάννινα» εξιστορεί τα γεγονότα που συνέβησαν εκείνο τον Γενάρη στη πόλη μας και οδήγησαν στον θάνατο του Αλή Πασά. «Στο κελί που σκοτώθηκε ο Αλής. – Η πολιορκία και ο χαλασμός του Νησιού.Ο σουλτάνος της Τουρκίας Μαχμούτ ο Β”, λίγο προτού αρχίσει η Ελληνική Επανάσταση του 21, θέλησε να υποτάξει τους ανεξάρτητους πασιάδες της αυτοκρατορίας που δεν υπάκουαν στην κεντρική εξουσία και οι περιοχές τους αποτελούσαν σχεδόν ανεξάρτητα κράτη. Τρεις ήταν οι σπουδαιότεροι από αυτούς: Ο Μεχμέτ Αλής της Αιγύπτου, ο Πασβάνογλου του Βιδινίου (Σερβίας) και ο Αλήπασιας των Γιαννίνων.Το Μάιο του 1820 ο σουλτάνος εξέδωκε το φιρμάνι με το οποίο κηρύσσονταν ο Αλής ένοχος προδοσίας και καλούνταν μέσα σε 40 μέρες να παρουσιαστεί στην Πόλη και να απολογηθεί. Ο Αλής δεν παρουσιάσθηκε. Ορίσθηκε νέος πασιάς των Γιαννίνων ο Τουρικογιαννιώτης Πασόμπεης, άσπονδος εχθρός του Αλή και διατάχθηκαν 7 πασιάδες με τον Πασόμπεη επικεφαλής, να εξοντώσουν τον Αλήπασια στο Κάστρο των Γιαννίνων. Αρχίζει η πολιορκία, η οποία κράτησε μέχρι το Γενάρη του 1822.Το Μάρτιο του 1821 αντικαταστάθηκε ο Πασόμπεης και ορίσθηκε αρχιστράτηγος των σουλτανικών στρατευμάτων ο Χουρσίτ, πασιάς στο Μωριά. Ο Χουρσίτ περισφίγγει τον Αλή. Καταλαμβάνει το Πέραμα. Ξεκαθαρίζει από τους οπαδούς του Αλή το Στρούνι και τις Λιγκιάδες. Τώρα είναι η σειρά του Νησιού, το οποίο έγινε πεδίο συγκρούσεων των αντιπάλων. Στη λίμνη μάλιστα σημειώθηκαν και ναυμαχίες όπου χρησιμοποιήθηκαν τα μικρά καΐκια των Νησιωτών, αλλά και καράβια που μετέφερε ο Χουραίτ σύσσωμα από τις ελληνικές θάλασσες.Το Νησί βρίσκεται στο κέντρο των πολεμικών επιχειρήσεων και ο Χουρσίτ με τα κανόνια του από την περιοχή του αγίου Νικολάου Αγοράς, βομβαρδίζει το Νησί και ενεργεί αποβάσεις. Οι Αλβανοί του Αλήπασα, αντεπιτίθενται και κατόρθωναν μάλιστα να ρίξουν στη λίμνη τους επιτιθέμενους. Καινούριες δυνάμεις αποβιβάζει στο Νησί ο Χουρσύτ και αναγκάζει τους Αλβανούς να κλειστούν στο μοναστήριιτου αϊ – Λιά.Το Νησί καταλαμβάνεται από το Χουρσίτ. Οι Νησιώτες σκλαβώνονται και ακολουθεί γενική λεηλασία. Ο σύγχρονος Γιαννιώτης ποιητής γράψει: «Έγδυον τους ανθρώπους, τους έπαιρναν κι αυτά που ήσαν φορεμένοι. Εμπήκαν στα μοναστήρια, λιμούριαζαν κι αυτά, χάνουν των ηγουμένων τυραγνία δυνατά, δια να μαρτυρήσουν για γρόσια και φλωριά, αν έχωσι κρυμένα σε καμιά μεριά». Στο ευαγγέλιο του ναού του Ιωάννη Προδρόμου γράφει ο ηγούμενος Ανανίας: «απριλιου 30 1821» εσκλαβωθη το νησι εξετιας του Αλη πασα και εχαλασαν τα μοναστήρια εκ θεμεληον και εκαψαν καλογερους και ελεηλατησαν τα ιερα σκεβη τον εκλησηον ολα και με τοπηα κουμπαράδες μας εβαρουσαν απο περα απο στρουνι και σκλαβους μας πηραν και μας εξαγορασαν πησο ο ρασητ πασιας απο εκατονπενηντα γροσια τον ανθρωπον και μας αφισεν εδιακονεβαμαν ης τις χωρες και μεναν χρονον παλην γηρησαμαν εις τα μοναστήρια και βαλαμαν νεαν καταστασιν απο καθε τη ως νεοι κτητορες και εστω εις ενθυμηοιν».«Ανανιας ηγουμενος πανιελεημον και του προδρομου εγραψα ευχεστε αδελφοι και μη καταραστε».Στις 5 Μαΐου του 1821 γράφει στον Γιαννιώτη άρχοντα και προεστό Σταύρο Ιωάννου ο επικεφαλής των γουναράδων:«Και δια τον ανεψιόν τον δεσπότη τον διάκον, τον έκοψαν εις το Νησί και άλλους Νησιώτες, εχαλάστηκαν έως δέκα πέντε νομάτοι απάνω εις τον ανακατεμόν (στη σύγκρουση) και οι απολειφθέντες όλοι εσκλαδώθηκαν, (τόσον οι Νησιώτες ωσάν οι Ιωαννίτες όπου βρίσκονταν εκεί, άντρες, γυναίκες και παιδιά, όλοι σκλαβώθηκαν όμως, ας είναι πολύχρονος ο υψηλότατος Βεζύρης Ρεσίτ πασιάς επρόσταξεν και τους ξαγοράζει από το χαζινέ του (από το ταμείο του) με γρόσια διακόσια πενήντα τον έναν μέγαν και μικρόν και τους ελευθερώνει, ειδέ από το βιόν τους, όλος ο ντουνιάς (κόσμος) όπου βρίσκονταν, τόσον Νησιώτες, οσάν και Ιωαννίτες, μόνον με τα κορμιά τους εβήκαν».Άλλος Νησιώτης, ο κυρ Πέτρος ο Νησιώτης, αφού κρατήθηκε μαζί με τον ηγούμενο της Ελεούσας και με τον αδελφό του και τους πίεζαν οι Τούρκοι του Χουρσίτ να μαρτυρήσουν το βιό τους, γράφει προς τον Σταύρο Ιωάννου από το Αρχιμαντρειό όπου κατέφυγε:«μόνον σου φανερώνω την γυμνότητα μου και όχι περισσότερον παρακαλώ, αδελφέ, να δώσεις του κυρ Ανάσταση τριάντα γρόσια τα οποία έλαβον δια να αγοράσω μίαν κάπαν να κοιμούμαι τη νύκτα να μην αποθάνω…»